"ΕΦΥΓΑΝ" ΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 19 ΙΟΥΛΙΟΥ

ΑΓΓΕΛΟΣ ΒΛΑΧΟΣ
Ο Άγγελος Βλάχος ήταν Έλληνας πολιτικός, ποιητής και συγγραφέας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1838.
Έγινε γνωστός κυρίως για το μεταφραστικό και φιλολογικό του έργο.
Έχει συγγράψει πληθώρα θεατρικών έργων και αποτέλεσε τον πατέρα της «κωμωδίας μετ' ασμάτων» με το έργο του «Η κόρη του παντοπώλου».
Έγινε βουλευτής και όταν ιδρύθηκε το Εθνικό Θέατρο στην Αθήνα, πήρε την θέση του Γενικού Διευθυντή.
Διατέλεσε πρεσβευτής στο Βερολίνο (1887-1890), νομάρχης Κέρκυρας, βουλευτής Αττικοβοιωτίας, υπουργός Παιδείας (1895) και διευθυντής του Βασιλικού Θεάτρου (1900 και 1906-1908).
Γιος του ήταν ο δημοσιογράφος Γεώργιος Βλάχος.
Το 1920 πήρε το αριστείο γραμμάτων και τεχνών ως επιβράβευση της πνευματικής του εργασίας.
Ο εγγονός του και μετέπειτα λογοτέχνης Άγγελος Βλάχος, φυλακίστηκε το 1943 από τους Γερμανούς και κατόρθωσε μετά από προσπάθειες να φύγει στη Μέση Ανατολή, όπου πήρε μέρος στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στο Κάιρο.
Ο εγγονός του ασχολήθηκε επίσης με τη δημοσιογραφία συνεργαζόμενος με αθηναϊκές εφημερίδες υπό το ψευδώνυμο Ανδρέας Βέλος.
Πέθανε στις 19 Ιουλίου 1920.

ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ
Ο Στράτης Μυριβήλης (πραγματικό ονοματεπώνυμο: Ευστράτιος Σταματόπουλος ήταν Έλληνας συγγραφέας, από τους σημαντικότερους πεζογράφους της Γενιάς του '30.
Ο Ευστράτιος Σταματόπουλος (και μετέπειτα Στράτης Μυριβήλης), γεννήθηκε στη Συκαμινέα της (υπό οθωμανική, τότε ακόμη, κατοχή) Λέσβου, στις 30 Ιουνίου του 1890, και ήταν το μεγαλύτερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Σταματόπουλου και της Ασπασίας Γεωργιάδη.
Τελειώνοντας την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην αστική σχολή Συκαμιάς (έτσι ονομάζονταν τότε τα δημοτικά σχολεία που λειτουργούσαν υπό την εποπτεία των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων) το 1903, συνέχισε στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου της Μυτιλήνης.
Το 1905 διέκοψε τη φοίτησή του και στις αρχές του σχολικού έτους 1905-1906 γράφτηκε και φοίτησε στην τέταρτη τάξη του Γυμνασίου των Κυδωνιών.
Το 1908, ξαναγύρισε για να φοιτήσει και πάλι στο Γυμνάσιο της Μυτιλήνης, από όπου τελικά αποφοίτησε το 1909 με βαθμό απολυτηρίου 8,84 στα 10.
Το 1910 εργάστηκε σαν δάσκαλος στο αλληλοδιδακτικό δημοτικό σχολείο του Μανταμάδου, χρονιά κατά την οποία έκανε και την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα.
Δημοσίευε συχνά κείμενά του στο περιοδικό Νεότης της Σμύρνης, κυρίως μικρά λυρικά πεζά και ποιήματα.
Το 1911 βραβεύτηκε σε έναν διαγωνισμό διηγήματος που οργάνωσε το περιοδικό, για το διήγημά του "Άσπρο στεφάνι". Σε αυτόν τον διαγωνισμό υπέγραψε για πρώτη φορά με το επώνυμο Μυριβήλης - η ονομασία της πλαγιάς του βουνού πάνω από το πατρικό του σπίτι - ένα επώνυμο που κράτησε για πάντα.
Το 1912 αποφάσισε να συνεχίσει για ανώτατες σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική και τη Νομική σχολή, ενώ ταυτόχρονα εργαζόταν για τα προς το ζην ως συντάκτης στην εφημερίδα Πατρίς.
Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους κατετάγη εθελοντικά στο στρατό και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι από δύο σφαίρες στη μάχη Κιλκίς-Λαχανά.
Με την επιστροφή του από τον πόλεμο, και αφού τιμήθηκε με το Μετάλλιο Βαλκανικών πολέμων, επέστρεψε για μόνιμη εγκατάσταση στη Μυτιλήνη. Συνεργάστηκε με την τοπική εφημερίδα Σάλπιγξ, κρατώντας την καθημερινή στήλη του χρονογραφήματος.
Το 1915 εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων Κόκκινες ιστορίες.
Το 1916 συμμετείχε στην έκδοση της εφημερίδας Ελεύθερος Λόγος, οργάνου του κόμματος των Φιλελευθέρων, όντας ένθερμος οπαδός του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου κατετάγη στο 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους με το βαθμό του δεκανέα και πολέμησε στο μακεδονικό μέτωπο, συμμετέχοντας στην πολεμική επιχείρηση της προκάλυψης του Μοναστηρίου. Από αυτήν την εμπειρία του στα χαρακώματα προέκυψε το πασίγνωστο βιβλίο του Η ζωή εν τάφω.
Κατά τη μικρασιατική εκστρατεία υπηρέτησε ως λοχίας στο Β' νοσοκομείο διακομιδής στο Εσκισεχίρ.
Στις 28 Ιουνίου του 1920 παντρεύτηκε στο Εσκισεχίρ, την Ελένη Δημητρίου, από το Δεκελί της Μικράς Ασίας, ενώ την ίδια περίοδο γεννήθηκε και η πρώτη του κόρη, η Χάρις.
Αργότερα απέκτησε άλλα δύο παιδιά, τον Λάμπη και τη Δροσούλα.
Με την εκκένωση της Μικράς Ασίας από τα ελληνικά στρατεύματα βρέθηκε για λίγους μήνες πρόσφυγας στη Θράκη και από κει επέστρεψε για να εγκατασταθεί μόνιμα στη Λέσβο μέχρι και το 1932.
Αποστρατεύθηκε στις 10 Οκτωβρίου του 1922 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού και παρασημοφορημένος με το ελληνοτουρκικό και ελληνοβουλγαρικό μετάλλιο της Νίκης.
Το 1923 εξέδωσε την πρώτη δική του εφημερίδα, την Καμπάνα, όπου πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες Η ζωή εν τάφω (από τις 10 Απριλίου του 1923 έως τις 29 Ιανουαρίου του 1924 σε 42 συνέχειες) η οποία εκδόθηκε σχεδόν αμέσως σε βιβλίο.
Το 1925 σταμάτησε την έκδοση της Καμπάνας για να συνεκδώσει μαζί με τον Μυτιληνιό λόγιο Θείελπι Λευκία τη δεύτερη εφημερίδα του, τον Ταχυδρόμο -εφημερίδα που υποστήριζε τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου και το εργατικό κόμμα του.
Το Δεκέμβριο του 1931, ύστερα από την επιτυχία και την ενθουσιώδη υποδοχή της δεύτερης έκδοσης της Ζωής εν τάφω, ο συγγραφέας αρχίζει να γράφει στη Μυτιλήνη το μυθιστόρημα Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια κατά παραγγελία της Καθημερινής, όπου και δημοσιεύτηκε από τις 20 Δεκεμβρίου του 1931 ως τις 6 Μαΐου του 1932. Σε βιβλίο εκδόθηκε το 1934.
Το 1932 έφυγε από τη Μυτιλήνη μαζί με την οικογένειά του για μόνιμη εγκατάσταση στην Αθήνα και αφού είχε πάρει την θέση του διευθυντή και αρχισυντάκτη στην εφημερίδα Δημοκρατία, την οποία αποφάσισε να εκδώσει το κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.
Από το καλοκαίρι του 1933, και αφού έφυγε από τη Δημοκρατία, άρχισε τη συνεργασία του με την εφημερίδα Πρωία, συνεργασία η οποία κράτησε ως το 1936.
Στην εφημερίδα κράτησε τη στήλη του καθημερινού χρονογραφήματος καθώς και τη στήλη «Διηγήματα της Κυριακής» στην οποία δημοσίευσε πάνω από 40 διηγήματα, τα περισσότερα εκ των οποίων αποτέλεσαν τα περιεχόμενα του Πράσινου και του Γαλάζιου βιβλίου.
Από το 1936 και για τα επόμενα 3 χρόνια συνεργάστηκε με την σαφέστατα δεξιά εφημερίδα Η Εθνική.
Την ίδια χρονιά, ενστερνίστηκε τις απόψεις και την πολιτική του Ιωάννη Μεταξά και έγινε φανατικός υπέρμαχος του καθεστώτος. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο θεωρήθηκε λάβρος αντικομμουνιστής.
Το 1936 είχε γίνει τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ, ενώ το 1938 και για καθαρά βιοποριστικούς λόγους διορίστηκε βιβλιοφύλακας στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, με το μισθό και το βαθμό τμηματάρχη Β' τάξεως.
Από τη θέση αυτή απολύθηκε το 1955 σε ηλικία 65 χρονών με το βαθμό του διευθυντή Α’ τάξεως, έχοντας συμπληρώσει το όριο ηλικίας.
Τον Απρίλιο του 1940 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο για τη συλλογή διηγημάτων του Το γαλάζιο βιβλίο, ενώ κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 προσυπέγραψε μαζί με άλλους Έλληνες λογίους την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριαζόταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.
Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες. Επίσης, έγραψε και εκφώνησε κείμενα για τις ραδιοφωνικές του εκπομπές.
Εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών το 1958.
Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός στις 19 Ιουλίου του 1969, αν και ήδη από το 1962 ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι από καρκίνο που τον οδήγησε σε φυσικό και πνευματικό μαρασμό.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΙΠΙΝΕΛΗΣ
Ο Παναγιώτης Πιπινέλης ήταν Έλληνας διπλωμάτης, πολιτικός και συγγραφέας.
Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1899 στον Πειραιά.
Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στα Πανεπιστήμια της Ζυρίχης στην Ελβετία και του Φράιμπουρκ στη Γερμανία.
Το 1922 εισήλθε στο Διπλωματικό Σώμα, σε ηλικία 23 ετών.
Στη συνέχεια διατέλεσε πρέσβης στη Βουδαπέστη (1936-40) και ακολούθως στη Σόφια (1940-41) μέχρι τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα. όπου επέστρεψε στην Αθήνα ακολουθώντας την κυβέρνηση Τσουδερού στη Κρήτη και από εκεί στη Μέση Ανατολή και την Αγγλία.
Από τον Ιούνιο του 1947 έως τον Νοέμβριο του 1948 χρημάτισε υφυπουργός Εξωτερικών, και αργότερα υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Θεοτόκη το 1950.
Το 1952 ανέλαβε μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ αλλά έναν χρόνο μετά, το 1953, παραιτήθηκε από το διπλωματικό σώμα.
Μετά την παραίτησή του από το διπλωματικό σώμα τον Μάιο του 1953, αναμείχθηκε με την πολιτική αρχικά με τον Ελληνικό Συναγερμό και στη συνέχεια με την ΕΡΕ.
Μετά την παραίτηση του Καραμανλή τον Ιούνιο του 1963, έλαβε εντολή από τον βασιλιά Παύλο και στις 19 Ιουνίου σχημάτισε ο ίδιος κυβέρνηση, αποσπώντας ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής.
Στις 5 Ιουλίου δέχθηκε τον υπουργό Εξωτερικών της Εθνικιστικής Κίνας (Ταϊβάν) Σεν Σανγκ Χουάν, ο οποίος συνοδευόταν από τον πρεσβευτή της χώρας του στην Αθήνα.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1963, ύστερα από έντονες πιέσεις του Γεωργίου Παπανδρέου στον βασιλιά, ο Πιπινέλης εξαναγκάστηκε σε παραίτηση και παρέδωσε στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Μαυρομιχάλη.
Στις εκλογές του 1963 και του 1964, εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών της ΕΡΕ.
Στις 3 Απριλίου του 1967 ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος τον διόρισε υπουργό Συντονισμού στη κυβέρνησή του, θέση που διατήρησε για 18 ημέρες, λόγω της επιβολής της χούντας στις 21 Απριλίου του 1967.
Στις 20 Νοεμβρίου του 1967 διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών στην πρώτη χουντική κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κόλλια, θέση που διατήρησε και στην κυβέρνηση του ίδιου του Γεωργίου Παπαδόπουλου μέχρι τον θάνατό του (19 Ιουλίου 1970) από καρκίνο.
Ο Παναγιώτης Πιπινέλης διατηρούσε στενές σχέσεις με τη βασιλική οικογένεια, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους πλέον ένθερμους «Ατλαντιστές» Έλληνες πολιτικούς.
Μετά την απελευθέρωση, το 1946, πρωτοστάτησε στην παλινόρθωση της Βασιλείας στην Ελλάδα με την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β.
Υπήρξε ένας από τους βασικούς παράγοντες στις συνομιλίες για το σχέδιο Μάρσαλ, ενώ συμμετείχε συχνά στις συνεδριάσεις της πολυσυζητημένης Λέσχης Μπίλντερμπεργκ.
Ο Π. Πιπινέλης τιμήθηκε από τρεις βασιλείς, με τον Μεγαλόσταυρο Γεωργίου του Α΄ και του Φοίνικα, με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος καθώς και με ένα πολύ μεγάλο αριθμό ξένων παρασήμων, πολιτικών, στρατιωτικών, καθώς και θρησκευτικών (Πατριαρχείων).

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΓΚΙΟΛΙΑΣ
Ο δημοσιογράφος Σωκράτης Γκιόλιας γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1973, στη Γερμανία.
Ήταν παιδί πολύτεκνης οικογένειας Ελλήνων μεταναστών, η οποία επέστρεψε στην Αθήνα, όπου και μεγάλωσε.
Από 19 ετών άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος σε εκπομπή του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, στον τηλεοπτικό σταθμό New Channel και συνεργάστηκαν έως και τον Οκτώβριο του 2008.
Επίσης εργάστηκε σε αθλητικές εφημερίδες, καλύπτοντας για χρόνια ρεπορτάζ στίβου.
Το διάστημα πριν από τη δολοφονία του εργαζόταν ως συντάκτης στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα και ήταν διευθυντής στον ραδιοφωνικό σταθμό Θέμα 9,89.
Το όνομα του Γκιόλια είχε συνδεθεί με το ειδησεογραφικό ιστολόγιο troktiko σαν ένα από τα πρόσωπα που το δημιούργησαν το 2008.
Οι συντάκτες του μπλογκ δεν παραδέχτηκαν την σχέση του Γκιόλια μαζί του, αν και αυτό ήταν κάτι ευρύτερα γνωστό, τουλάχιστον στους δημοσιογράφους.
Το 2003 παντρεύτηκε τη σύζυγό του Αδαμαντία και απέκτησαν 2 παιδιά.
Το πρωί της 19ης Ιουλίου 2010, έξω από το σπίτι του Γκιόλια στην Ηλιούπολη, οι δράστες χτύπησαν το κουδούνι και του ζήτησαν να κατέβει κάτω με την πρόφαση ότι του κλέβουν το αυτοκίνητο.
Μόλις κατέβηκε στην είσοδο, οι δράστες τον πυροβόλησαν από μικρή απόσταση. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή το θύμα δέχτηκε και τις 13 σφαίρες στο σώμα.
Οι περισσότερες είχαν πύλη εισόδου από πίσω ενώ δέχτηκε και τρεις σφαίρες στο κεφάλι.
Από την έρευνα της αστυνομίας προέκυψε ότι τα δύο όπλα των δραστών χρησιμοποιήθηκαν σε προηγούμενες επιθέσεις της τρομοκρατικής οργάνωσης Σέχτα Επαναστατών.
Η Σέχτα Επαναστατών ανέλαβε την ευθύνη για τη δολοφονία του δημοσιογράφου με προκήρυξη της που στάλθηκε στην εφημερίδα Τα Νέα στις 27 Ιουλίου.
Οι δράστες παραμένουν ασύλληπτοι μέχρι σήμερα.
Ο αδελφός του Σωκράτη Γκιόλια φωτογράφισε τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Σωκράτη.

ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Τόλης (Απόστολος) Βοσκόπουλος ήταν Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός και ηθοποιός.
Γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου 1940 στη συνοικία της Κοκκινιάς του Πειραιά, από Μικρασιάτες γονείς που ήρθαν από τη Σμύρνη το 1922 και μεγάλωσε στον Κορυδαλλό.
Μπήκε στη δισκογραφία με το τραγούδι Βήμα-βήμα του μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα και ήταν τότε που καθιέρωσε το όνομά του από Τόλιος όπως τον φώναζαν όλοι σε Τόλης.
Η καθιέρωσή του στο πεντάγραμμο ήρθε με το τραγούδι Αγωνία τη χρονιά του 1968 (σύνθεση Γιώργου Ζαμπέτα), το οποίο μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα ξεπέρασε τις 300.000 πωλήσεις, ένα άπιαστο νούμερο για εκείνη την εποχή.
Σημαντική υπήρξε η συνεργασία του με τον Στράτο Διονυσίου.
Για παραπάνω από 30 χρόνια όλες του οι εμφανίσεις ήταν «προπωλημένες», με τραγούδια-επιτυχίες.
Το 2000 βραβεύτηκε από τα βραβεία ΠΟΠ ΚΟΡΝ (μετέπειτα Αρίων) για την συνολική προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι.
Το 2011 έπειτα από τριετή απουσία από την αθηναϊκή νύχτα δέχτηκε την πρόταση του Αντώνη Ρέμου και εμφανίστηκε μαζί του στη μουσική σκηνή Διογένης στην Αθήνα, ένα σχήμα που αποτέλεσε σημείο αναφοράς εκείνη τη χρονιά.
Παρουσίασε επίσης σημαντικό έργο ως συνθέτης και στιχουργός.
Το 1970 συνέθεσε το τραγούδι Αδέλφια μου αλήτες πουλιά, το οποίο ερμήνευσε ο Γιάννης Βογιατζής και κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης.
Συμμετείχε αλλά και πρωταγωνίστησε σε θεατρικές παραστάσεις δίπλα σε μεγάλους ηθοποιούς.
Το καλοκαίρι του 2013 ο Τόλης Βοσκόπουλος επέστρεψε στον Πειραιά, στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε, δίνοντας μία συναυλία στο Βεάκειο Δημοτικό Θέατρο.
Κατά τη διάρκεια της βραδιάς ο καλλιτέχνης βραβεύτηκε από τον δήμαρχο Πειραιά, Βασίλη Μιχαλολιάκο για τη προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι.
Το 1995, ο Τόλης Βοσκόπουλος γνώρισε την ηθοποιό και αργότερα πολιτικό Άντζελα Γκερέκου.
Στις 2 Αυγούστου του 1996 παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στην Κέρκυρα.
Το 2001, ήρθε στον κόσμο η κόρη τους, η Μαρία.
Ήταν φίλαθλος του Απόλλωνα Σμύρνης, ομάδα που υποστήριζε και ο πατέρας του από τα χρόνια στη Σμύρνη.
Πέθανε στην Αθήνα, στις 19 Ιουλίου 2021.

ΓΚΕΛΥ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Η Γκέλυ (Αγγελική) Μαυροπούλου ήταν Ελληνίδα ηθοποιός.
Γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 1932 στη Θεσσαλονίκη.
Γονείς της ήταν οι επίσης ηθοποιοί Άγγελος Μαυρόπουλος (1901–1979) και Μαρίκα Κρεβατά (1910–1994).
Σπούδασε στη Γαλλική Ακαδημία Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του «Θεάτρου Τέχνης» του Καρόλου Κουν.
Καθηγητές της στη σχολή, ήταν μεταξύ άλλων ο Κάρολος Κουν, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και ο Μίνως Βολανάκης.
Ήταν παντρεμένη με τον ηθοποιό Στέφανο Στρατηγό από το 1955 έως το 1967.
Απεβίωσε στις 19 Ιουλίου 2021, σε ηλικία 88 ετών, στο διαμέρισμά της, στην πλατεία Αμερικής.
Η σορός της αποτεφρώθηκε, και η τέφρα της ενταφιάστηκε στο μαυσωλείο των Ελλήνων καλλιτεχνών στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
