"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΧΟΣ
Ο Γεώργιος A. Βλάχος ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, εκδότης και θεατρικός συγγραφέας.
Γιος του συγγραφέα Άγγελου Βλάχου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886.
Απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αρχικά εργάστηκε ως τμηματάρχης στην Εθνική Τράπεζα, ενώ το 1914 εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικό «Παναθήναια».
Έγραψε επίσης και διάφορα θεατρικά έργα.
Το 1919 εξέδωσε την «Καθημερινή», που γρήγορα εξελίχθηκε στην σημαντικότερη εφημερίδα της αντιβενιζελικής παράταξης.
Στις 14 και 17 Αυγούστου 1922 με δύο άρθρα του («Οίκαδε» και «Πομερανοί») στην Καθημερινή, κατ' εντολή του Γούναρη (όπως δήλωσε αργότερα), υποστήριξε την εσπευσμένη επιστροφή της Στρατιάς Μικράς Ασίας στην Ελλάδα, αδιαφορώντας για τους εκεί ελληνικούς πληθυσμούς.
Για αυτά τα δύο άρθρα κατηγορήθηκε από τους βενιζελικούς ότι υπέσκαψε το ηθικό των μαχόμενων τμημάτων και συντέλεσε στην κατάρρευση του μετώπου.
Στα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου, ο Βλάχος υποστήριζε ότι η αρμονική ενσωμάτωση των λεγόμενων «Νέων Χωρών» στο ελληνικό κράτος θα γινόταν εφικτή μόνο με παραχώρηση δικαιωμάτων σε μειονοτικούς πληθυσμούς όπως οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι Σλαβόφωνοι της Φλώρινας και της Καστοριάς, θέση ριζικά αντίθετη από αυτή των βενιζελικών που πίστευαν στην ανταλλαγή πληθυσμών και την ομογενοποίηση της Βόρειας Ελλάδας με την συστηματική καλλιέργεια ελληνικού εθνικού φρονήματος.
Η υιοθέτηση τέτοιων θέσεων από τον Βλάχο και την «Καθημερινή» ήταν εν πολλοίς αναπόφευκτη, καθώς οι προσφυγικοί πληθυσμοί της Βόρειας Ελλάδας υποστήριζαν φανατικά τον Βενιζέλο.
Το προσωπικό μένος του Βλάχου εναντίον του Βενιζέλου κορυφώθηκε το 1932-33, όταν του επιτέθηκε με την φράση «σε πτύω τρίς κατά πρόσωπον, τέως αλήτη και νυν Πρωθυπουργέ».
Η Καθημερινή στήριξε το 1936 την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά, καθώς και τη Δικτατορία της 4ης Αυγούστου αργότερα.
Στις 8 Μαρτίου 1941 δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» η «ανοικτή επιστολή προς τον Αδόλφο Χίτλερ» του Γ. Βλάχου, που θεωρείται από τα σπουδαιότερα δημοσιογραφικά κείμενα της περιόδου.
Μετά την απελευθέρωση, ο Γεώργιος Βλάχος συνέχισε την στήριξή του στο Λαϊκό Κόμμα.
Πέθανε το 1951 στην Αθήνα, και τον διαδέχθηκε η κόρη του Ελένη Βλάχου, επίσης γνωστή δημοσιογράφος.
ΝΙΚΟΣ ΔΑΝΔΟΛΟΣ
Ο Νίκος Δάνδολος γνωστός με το ψευδώνυμο Νικ δε Γκρηκ, ήταν ένας από τους γνωστότερους επαγγελματίες παίκτες τυχερών παιχνιδιών.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 27 Απριλίου το 1883.
Ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας και νέος σπούδασε φιλοσοφία.
Σε ηλικία 18 ετών μετανάστευσε στο Σικάγο των Η.Π.Α. και αργότερα μετακινήθηκε στο Μόντρεαλ του Καναδά, όπου άρχισε να ασχολείται με το στοίχημα στις ιπποδρομίες.
Αφού κέρδισε πάνω από 500.000 δολλάρια μέσα σε έξι μήνες επέστρεψε στο Σικάγο.
Εκεί συνέχισε παίζοντας μεγάλα ποσά στα χαρτιά και στα ζάρια και έχασε όσα χρήματα είχε κερδίσει στο Μόντρεαλ.
Ωστόσο, έγινε προοδευτικά αριστοτέχνης διάφορων τυχερών παιχνιδιών, απέκτησε μεγάλη φήμη και εξελίχτηκε σε "αξιοθέατο" των διάφορων καζίνο και χαρτοπαικτικών λεσχών όπου έπαιζε.
Συχνά μεγάλα καζίνο του πρόσφεραν μεγάλους μισθούς για να δουλέψει για αυτούς αλλά ο Δάνδολος απαντούσε συνήθως αρνητικά.
Το 1949 συμμετείχε σε έναν "μαραθώνιο πόκερ", με αντίπαλο τον καλύτερο παίκτη πόκερ της εποχής, τον Τζόνυ Μος.
Στον μαραθώνιο αυτό, που κράτησε 5 μήνες, με διαλείμματα μόνο για ύπνο και φυσικές ανάγκες, παίχτηκε κάθε παραλλαγή του πόκερ.
Ο Δάνδολος έχασε συνολικά πάνω από 2.000.000 δολλάρια.
Σύμφωνα με ένα αστικό μύθο, ο Δάνδολος κάποτε συνόδεψε τον Άλμπερτ Αϊνστάιν στο Λας Βέγκας.
Τον συνέστησε στους φίλους του, οι οποίοι υπόθεσε ότι δεν γνώριζαν τον Αϊνστάιν, ως ο "μικρός Αλ από το Πρίνστον, που ελέγχει τη δράση στο Τζέρσεϋ"
Ο Νομπελίστας φυσικός Ρίτσαρντ Φέινμαν επίσης γνώρισε τον Νίκο Δάνδαλο όπως αναφέρεται στην αυτοβιογραφία του Σιγουρα θ' αστειέυεστε κύριε Φέινμαν!.
Ο Νίκος εξηγεί πως κερδίζει όχι απλά ποντάροντας, αλλά γνωρίζοντας τις πιθανότητες του παιγνιδιού και ποντάροντας αντίθετα σε άλλους παίκτες με προκαταλήψεις για το αποτέλεσμα όπως και στην επιρροή της φήμης του στους άλλους παίκτες.
Ήταν άτομο που περιφρονούσε τα χρήματα και υπολογίζεται ότι σε όλη τη ζωή του κέρδισε και έχασε πάνω από 500 εκατομμύρια δολάρια.
Ο ίδιος έλεγε ότι είχε περάσει από την απόλυτη φτώχια στον πλούτο πάνω από 75 φορές.
Έδωσε πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια (περίπου 400 εκατομμύρια με βάση τον πληθωρισμό του 2004) σε φιλανθρωπικά έργα.
Στο τέλος της ζωής του είχε μείνει απένταρος και συνέχιζε να παίζει μικρά ποσά σε καζίνα της Νότιας Καλιφόρνιας.
Πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου 1966, στην ημέρα των Χριστουγέννων.
ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ ΣΤΑΥΡΟΥ
Ο Θρασύβουλος Σταύρου ήταν Έλληνας φιλόλογος, ποιητής και μεταφραστής.
Γεννήθηκε το 1886 στην Πέτρα Λέσβου και φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και μετά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Όταν το 1911 πήρε πτυχίο φιλολογίας, συνέχισε για δύο χρόνια τις σπουδές του στο Μόναχο.
Εργάστηκε ως καθηγητής στη Σμύρνη, γυμνασιάρχης, εκπαιδευτικός σύμβουλος και διευθυντής Μέσης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας (1944-45).
Στη Σμύρνη εξέδωσε την ποιητική συλλογή Δρόμοι και μονοπάτια (1921).
Είχε το ψευδώνυμο Μελικέρτης.
Έπειτα μετέφρασε ξένη λογοτεχνία.
Συνέχισε με μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων, όπως Αίσωπο (1950), Μένανδρο (1954), Αριστοφάνη (1967), Ευριπίδη (1972) και Πίνδαρο (μεταθανάτια έκδοση το 1979).
Έγγραψε τη Νεοελληνική μετρική (1930) και υπήρξε ένας από τους συγγραφείς του σχολικού εγχειριδίου Νεοελληνική Γραμματική (1941).
Μαζί με τους Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Μιχάλη Οικονόμου έγραψε το Η γλώσσα μου (1955) και δημοσίευσε το Ο μεταφραστής και αγωνιστής του δημοτικισμού (περιοδικό Νέα Εστία 1963, τεύχος 73).
Βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για την ποιότητα του μεταφραστικού του έργου το 1972.
Πέθανε στην Αθήνα στις 25 Δεκεμβρίου 1979, στα Χριστούγεννα.
Είναι αδελφός του Δημητρίου Σταύρου, επίσης μεταφραστή, του οποίου η σύζυγος Τατιάνα είναι συγγραφέας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
Ο Χρήστος Ευθυμίου γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1954 και ήταν Έλληνας ηθοποιός, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου.
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία από το "Απλό Θέατρο" του Αντώνη Αντύπα. Έγινε γνωστός από τη συμμετοχή του σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές σε κωμικούς ρόλους, ενώ χαρακτηριστική ήταν η συμμετοχή του στη σειρά Δέκα μικροί Μήτσοι.
Έπαιξε επίσης στην σειρά Κωνσταντίνου και Ελένης το 1999.
Απεβίωσε στις 25 Δεκεμβρίου, ανήμερα των Χριστουγέννων του 2008 από ανακοπή, ενώ έπασχε από καρκίνο από το 2005.
Κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΛΑΣ
Ο Γεώργιος Κ. Γεωργαλάς ήταν Έλληνας δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής, υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, δημιουργός της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών και πρώτος κυβερνητικός εκπρόσωπος, κατά την περίοδο της Απριλιανής Χούντας του Παπαδόπουλου του 1967-73.
Γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου, το 1928, από Έλληνες γονείς.
Η οικογένειά του ήταν μικροαστικής Δωδεκανησιακής προέλευσης.
Το 1947 αποφοίτησε από την Αμπέτειο Σχολή του Καΐρου και ήρθε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή.
Ήταν κομμουνιστής από τα 15 του.
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου έγινε πολιτικός πρόσφυγας: υπόδικος σε στρατοδικείο, κατέφυγε στο Παρίσι το 1948 (μέσω Καΐρου) κι από εκεί μετέβη με εντολή του ΚΚΕ στην τότε κομμουνιστική Ουγγαρία (το 1949, μέσω Πράγας), όπου τοποθετήθηκε δάσκαλος και διευθυντής σε σχολείο παιδιών των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων (1950), ενώ αποφοίτησε και από Σχολή Πολιτικών Στελεχών του κυβερνώντος κομμουνιστικού κόμματος.
Διετέλεσε εκφωνητής της Ελληνικής Εκπομπής του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Βουδαπέστης και ανταποκριτής του επίσημου κρατικού Ουγγρικού Πρακτορείου Ειδήσεων στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια του πολέμου με το Ισραήλ, την Αγγλία και τη Γαλλία.
Το 1951 αποσπάσθηκε στον τομέα της Προπαγάνδας.
Λόγω της σοβιετικής επέμβασης στην Ουγγαρία τον Οκτώβριο του 1956, έφυγε συνοδεύοντας τον Χρουστσώφ στην Αίγυπτο, όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο από την αμερικανική πρεσβεία.
Από την Αίγυπτο επέστρεψε στην Ελλάδα, φυλακίσθηκε τυπικώς δικάσθηκε και αθωώθηκε.
Ο Γεωργαλάς το 1958 έγινε μέλος της «αφανούς επιτροπής» για τον συντονισμό του παρακράτους, την οποία είχε συστήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά την ανάδειξη της ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση στις εκλογές του Μαΐου.
Από το 1958 έως το 1970 ήταν ειδικός συνεργάτης των Ενόπλων Δυνάμεων σε θέματα ψυχολογικού πολέμου και ιδεολογικής προπαγάνδας.
Ανήκε στο 7ο γραφείο του Γ.Ε.Σ. υπό τον ταξίαρχο Μητρέλλη.
Ο Γεωργαλάς δίδασκε ταυτόχρονα Σοβιετολογία και προπαγάνδα σε σχολές αξιωματικών του Στρατού και της Χωροφυλακής.
Διετέλεσε αμειβόμενος συνεργάτης της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου και Πληροφοριών του Υπουργείου Προεδρίας.
Την περίοδο 1957-9 ήταν ένας από τους «ειδικούς συμβούλους» που εγγυόντουσαν τον έλεγχο της Διεύθυνσης Πληροφοριών στην Ελληνική Επιμορφωτική Εταιρεία, που είχε ιδρυθεί από την ΚΥΠ και τη Διεύθυνση Πληροφοριών με σκοπό την προπαγάνδα εναντίον της αριστεράς.
Στα μέσα της δεκαετίας παρουσιάστηκε από το Κέντρο ως συντάκτης ενός από τα σχέδια που χρησιμοποιήθηκαν για την εφαρμογή του «σχεδίου Περικλής» στις εκλογές του 1961.
Το 1960-1964 εξέδιδε το περιοδικό Σοβιετολογία που αγοραζόταν υποχρεωτικά από τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας και που καταργήθηκε από την Ένωση Κέντρου όταν ανέλαβε την εξουσία και από τον τότε υφυπουργό Προεδρίας Μυλωνά.
Η Σοβιετολογία του ήταν μια απόπειρα ανάπτυξης σοβαρού αντικομμουνισμού στην Ελλάδα, επιστημονικά τεκμηριωμένου και ιδεολογικά συγκροτημένου, αλλά πάντα στα αυταρχικά πλαίσια της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Ο Γεωργαλάς ακολουθεί μια βασική γραμμή του αντικομμουνισμού, όπως αυτός αρθρώθηκε από τα πρώτα βήματα του κομμουνισμού στο μεσοπόλεμο, τη σύνδεσή του με τον αντισλαυϊσμό.
Όταν διακόπηκε η κυκλοφορία του περιοδικού Σοβιετολογία, ο Γεωργαλάς εξέδωσε το περιοδικό Νέα Δημοκρατία.
Το 1965 σύστησε την Ένωση Νέας Ελληνικής Δημοκρατίας, κάνοντας έκκληση σε κάθε δυσαρεστημένο από την Ε.Ρ.Ε. την Ένωση Κέντρου ακόμα και την Ε.Δ.Α. να συσπειρωθούν στο αναγεννητικό κίνημα που είχε συγκροτήσει: αυτοπροσδιοριζόταν ως δημοκρατική και αντικομμουνιστική, κίνημα σύνθεσης προβάλλοντας τα ιδεώδη της ελευθερίας, της προόδου, του χριστιανισμού και της Δυτικής Ευρώπής.
Κατά τη διάρκεια της χούντας ανέλαβε διάφορες κυβερνητικές θέσεις: το 1970 διορίστηκε υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, ήταν ο πρώτος κυβερνητικός εκπρόσωπος και συγκρότησε την Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών.
Η προπαγανδιστική τηλεοπτική του παρουσία τον κατέστησε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στελέχη του καθεστώτος κατά την πρώτη περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας.
Την περίοδο αυτή ο Γεωργαλάς εκπροσωπούσε την άποψη ότι ο αντικομμουνισμός ήταν επαρκής ιδεολογικός αρμός της δικτατορίας (άποψη που έπεισε το δικτάτορα Παπαδόπουλο), ερχόμενος σε αντίθεση με τη θέση του μαθητή του σε ζητήματα προπαγάνδας, Κώστα Πλεύρη, που στηριζόμενος από τον Λαδά, υποστήριζε την ανάγκη ιδεολογικού προσανατολισμού της δικτατορίας στον εθνικοσοσιαλισμό.
Το 1971 επειδή προσανατολιζόταν προς την ελεγχόμενη πολιτικοποίηση του καθεστώτος, με σκοπό να συγκροτήσει δικό του πολιτικό κίνημα στα πλαίσια μιας παπαδοπουλικής «δημοκρατίας», ο Παπαδόπουλος τον παρόπλισε διορίζοντάς τον υφυπουργό-γενικό διοικητή Κρήτης, το 1973 όμως τον επανέφερε προκειμένου να οργανώσει την προπαγάνδα υπέρ του δημοψηφίσματος που σχεδιαζόταν.
Μετά την επικράτηση του Ιωαννίδη απομακρύνθηκε από τη θέση του.
Μετά την πτώση της δικτατορίας, όπως και τα υπόλοιπα πολιτικά στελέχη της δικτατορίας, δεν αντιμετώπισε κάποια δίωξη, καθώς το πραξικόπημα θεωρήθηκε «στιγμιαίο» έγκλημα.
Έγραφε σποραδικά σε εθνικιστικά έντυπα.
Το Δεκέμβριο του 1976 ήταν ο κεντρικός ομιλητής στην κηδεία του δολοφονηθέντα από τη «17 Νοέμβρη» βασανιστή Μάλλιου.
Στον επικήδειό του ο Γεωργαλάς προέτρεψε τους παριστάμενους να απαντήσουν στη δολοφονία με «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος».
Μετά την ομιλία του Γεωργαλά, που καλούσε σε «φωτιά και τσεκούρι», παριστάμενοι υποστηρικτές της δικτατορίας, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Μιχαλολιάκος επιτέθηκαν σε δημοσιογράφους εκ των οποίων πέντε κατέληξαν στο νοσοκομείο.
Ο Γεωργαλάς προφυλακίστηκε ως ηθικός αυτουργός των επιθέσεων, αλλά αθωώθηκε στο δικαστήριο του Μαΐου του 1978.
Επανεμφανίστηκε στα δημόσια πράγματα στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στην περίοδο του «Μακεδονικού».
Είχε δύο ραδιοφωνικές εκπομπές στο Star FM και έπειτα συνεργάστηκε με το σταθμό Τηλετώρα.
Υποστήριξε τη συνεργασία υποστηρικτών της δικτατορίας και εθνικοσοσιαλιστών που κατέβηκε στις εκλογές του 1999.[6] Εξέδωσε πολλά ψευδοεπιστημονικά βιβλία ιστορικού περιεχομένου που χρησιμοποιούν σχήματα του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού στην παρουσίαση της ελληνικής ιστορίας, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως πηγές από τον Κυριάκο Βελόπουλο, που σε ένα βιβλίο του συγκατέλεξε το Γεωργαλά στους «πνευματικούς δασκάλους» του, και προβάλλονταν στις τηλεοπτικές εκπομπές στελεχών του ΛΑΟΣ, όπως του Άδωνι Γεωργιάδη, που τα προέβαλλε ως «πολύ σημαντικά».
Σε συνέντευξή του το 1996 δήλωσε ότι ήταν λογογράφος του Πάνου Καμμένου. Αργότερα οι δύο τους ήλθαν σε δικαστική διαμάχη, καθώς ο Γεωργαλάς υποστήριξε ότι ήταν ο συγγραφέας του βιβλίου «Τρομοκρατία» που κυκλοφόρησε στο όνομα του Καμμένου και διεκδίκησε 14.000 ευρώ.
Πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου 2016.