My Bonjour

Sunday, 14 September 2025

"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΣΚΟΣ

Ο Βασίλης Λάσκος γεννήθηκε στην Ελευσίνα, στις 17 Αυγούστου 1899 - και ήταν Έλληνας στρατιωτικός.

Ο πατέρας του είχε εμπορικές σχέσεις με την Αθήνα και γι' αυτό τον έστειλε, όπως είχε κάνει και με τον Αγησίλαο, να φοιτήσει αρχικά στη Βαρβάκειο Σχολή και μετά στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ).
Εισήλθε στη ΣΝΔ στις 10 Οκτωβρίου 1915 και αποφοίτησε στις 10 Ιανουαρίου 1920.
Το 1922 φοίτησε στη Σχολή Πυροβολικού, κατόπιν εκπαιδεύτηκε στα υποβρύχια (1925–1926) και στην ασύρματη τηλεγραφία (1927).

Από την εποχή των σπουδαστικών του χρόνων έδειξε πως ήταν πνεύμα ανυπότακτο και ποράτολμο.

Ως δόκιμος, π.χ., αντέδρασε στην υποχρέωση των σπουδαστών της Σχολής να φορούν παλιομοδίτικα μακριά εσώρουχα, κόβοντάς τα και συμπαρασύροντας σε αυτήν την "ανταρσία" και άλλους συναδέλφους του.

Υπηρέτησε στα θωρηκτά Ύδρα, Λήμνος και Αβέρωφ κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας και συμμετείχε στο Ναυτικό Άγημα της Σμύρνης (1920).
Μετά την Καταστροφή συμπαρατάχθηκε με το βενιζελικό επαναστατικό κίνημα των Πλαστήρα-Γονατά.
Αργότερα, διετέλεσε υπασπιστής του δικτάτορα στρατηγού Πάγκαλου, θέση την οποία δέχτηκε να αναλάβει πιθανότατα λόγω της κοινής, αρβανίτικης, καταγωγής τους.
Όταν εκδηλώθηκε το κίνημα του Γ. Κονδύλη για την ανατροπή του Πάγκαλου (1926), ο Λάσκος ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τορπιλοβόλου Πέργαμος και διηύθυνε την αποτυχημένη προσπάθεια διαφυγής του δικτάτορα, ο οποίος τελικά συνελήφθη πάνω σε αυτό από τους κινηματίες.

Γύρω στα 1930 μετατέθηκε στα υποβρύχια.
Αρχικά, υπηρέτησε ως απλός αξιωματικός και, κατόπιν, ανέλαβε ύπαρχος στο Υ/Β Κατσώνης. Το 1933 ανέλαβε κυβερνήτης του Υ/Β Γλαύκος.

Το 1935 ο Λάσκος είχε φτάσει στο βαθμό του Πλωτάρχη.
Το 1935 συμμετείχε, μάλλον απρόθυμα, στο βενιζελικό κίνημα ως κυβερνήτης του Νηρέα και μαζί με όλο το στόλο κατέληξε στην Σούδα.
Μετά την αποτυχία του κινήματος επιβιβάστηκε μαζί με τον Ελ. Βενιζέλο στο Θ/Κ Αβέρωφ και, μέσω Δωδεκανήσων, κατέφυγε στην Ιταλία.
Τον Μάιο του 1935 το Έκτακτο Στρατοδικείο Ναυστάθμου τον καταδίκασε ερήμην σε θάνατο και στρατιωτική καθαίρεση.
Αργότερα, όταν δόθηκε αμνηστία, επέστρεψε στην Ελλάδα.
Ξεκίνησε να δουλεύει για την εταιρία του Μποδοσάκη στην Ελευσίνα, όπως παλιότερα και ο πατέρας του και τελικά, γύρω στο 1939, νοσταλγώντας πάντα τη ζωή στη θάλασσα και την περιπέτεια, ανέλαβε πλοίαρχος σε εμπορικά πλοία.
Το 1940 το πλοίο Ιωάννα, το οποίο κυβερνούσε, βυθίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο ανοιχτά της Ισπανίας.

Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε πλοίαρχος σε μεταγωγικά.
Μετά την Γερμανική εισβολή διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου επανεντάχθηκε στο Ναυτικό και με δική του επιμονή ανέλαβε Κυβερνήτης του παμπάλαιου Κατσώνη.
Μόλις τελείωσε η επισκευή του σκάφους, ο Κατσώνης βυθίστηκε, αλλά χάρη στο πείσμα και στην επιμονή του Λάσκου ανελκύσθηκε, επισκευάστηκε και εκσυγχρονίσθηκε από τους Άγγλους.
Στην συνέχεια ο Κατσώνης ανέλαβε αποστολές στα Ελληνικά νερά όπου χάρη στις παράτολμες ενέργειες του Λάσκου είχε σημαντικές επιτυχίες.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, κατά τη διάρκεια αναζήτησης εχθρικής νηοπομπής, ενεπλάκη με γερμανικό καταδιωκτικό υποβρυχίων (UJ -2101) και μετά από δίωρη καταδίωξη εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση και εξόρμηση δια πυροβόλου.
Μετά από σφοδρή ανταλλαγή πυρών εμβολίστηκε από το διώκτη του, με αποτέλεσμα να βυθιστεί στις 8:58 μμ., σε στίγμα Φ 39° 16΄Β και Λ 023° 27΄Α και βάθος 630 μέτρων (βόρεια της Σκιάθου).[9]

Ο Βασίλης Λάσκος τιμήθηκε με τον Πολεμικό Σταυρό Α' Τάξης (2 Ιουνίου 1943) για την τόλμη του και την επίδειξη υψηλής αίσθησης του καθήκοντος κατά τη διάρκεια περιπολίας του Κατσώνη.
Επίσης, με τον Πολεμικό Σταυρό Γ΄ Τάξης (15 Σεπτεμβρίου 1943) για επίδειξη ιδιαίτερων ικανοτήτων σε εκτέλεση αποστολής.
Για τη συνολική δράση του στα υποβρύχια και την τελική του αυτοθυσία τού απονεμήθηκε το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας και, εκ μέρους των Βρετανών, το παράσημο του Τάγματος Διακεκριμένης Υπηρεσίας (Distinguished Service Order). Προήχθη σε Πλοίαρχο μετά θάνατον «επ' ανδραγαθία» στις 4 Δεκεμβρίου 1943, με αναδρομική ισχύ από 14 Σεπτεμβρίου 1943.

Τιμώντας τη μνήμη του Λάσκου, το όνομά του δόθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό δυο φορές σε πλοία: αρχικά, σε μια κανονιοφόρο (1947–1970) και, κατόπιν, σε μια πυραυλάκατο (1976 -έως σήμερα).
Επιπλέον, στην Ελευσίνα έχει εγερθεί ανδριάντας του, ενώ στη Χώρα της Σκιάθου υπάρχει μνημείο αφιερωμένο στον Κατσώνη και το πλήρωμά του.
Το πορτραίτο του κοσμεί αίθουσα στο Πολεμικό Μουσείο των Αθηνών.
 

"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΣ

Το πραγματικό του όνομα είναι Δημήτρης Ροδόπουλος και γεννήθηκε το 1908 στην Αθήνα.

Το 1924 τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στη Θεσσαλονίκη.
Πήρε  πτυχίο Νομικών Επιστημών (1930) και Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών (1931).
Εργάστηκε ως νομικός σύμβουλος σε ασφαλιστική εταιρεία, συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά, επισκέφτηκε ως δημοσιογράφος πολλές χώρες. Πολιτεύτηκε ως υποψήφιος βουλευτής του κόμματος των Προοδευτικών στις εκλογές του 1956 και του 1958.

Το 1927, σε ηλικία είκοσι περίπου ετών, πήρε μέρος στον πρώτο λογοτεχνικό διαγωνισμό, που οργάνωσε το περιοδικό Νέα Εστία, με το διήγημα Η κυρία Νίτσα και παρόλο που το διήγημα αυτό ήταν  το πρώτο έργο του, απέσπασε τον πρώτο έπαινο!
Το πρώτο του βιβλίο ο Καραγάτσης το έγραψε το 1933 σε ηλικία 25 ετών.
Είναι η νουβέλα Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν, έργο που θα πάρει την τελική του μορφή το 1955.

Άφησε ένα υπερβολικό σε όγκο έργο, κυρίως μυθιστορήματα αλλά και διηγήματα.
Θεωρείται ένας από τους πιο γνωστούς και επιφανείς πεζογράφους της λεγόμενης Γενιάς του ’30.
Κύρια συγγραφικά χαρίσματα του είναι η εκπληκτική αφηγηματική του δεξιοτεχνία και η μυθοπλαστική του ικανότητα.

Το ψευδώνυμο Μ. Καραγάτσης το νομιμοποίησε ο ίδιος, ως επώνυμό του, με νομαρχιακή απόφαση το 1957.
Το Καραγάτσης είναι πολύ πιθανό να προέρχεται από το δένδρο πτελέα, ή διαφορετικά καραγάτσι, που βρισκόταν έξω από το σπίτι του στη Ραψάνη της Θεσσαλίας, όπου περνούσε τα περισσότερα καλοκαίρια του.
Το «Μ.» λέγεται ότι προέρχεται από το Μίτια, τη ρωσική εκδοχή του Δημήτρης, με το οποίο τον αποκαλούσαν οι φίλοι του, επειδή αγαπούσε πολύ το βιβλίο του Φίοντορ  Ντοστογιέφσκι «Αδερφοί Καραμαζοφ».
Πολλοί φιλόλογοι βρίσκονταν σε σύγχυση αναρωτώμενοι αν το «Μ.» σήμαινε Μιχάλης, όνομα που χρησιμοποιούσε σε πολλά έργα του.

Η δημιουργική ισχύς της πεζογραφίας του στη διάρκεια του μεσοπολέμου μπορεί να συγκριθεί με την αντίστοιχη ισχύ του Καρυωτάκη στην ποίηση.
Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 1960, ύστερα από πολύωρη κρίση ταχυκαρδίας.

Κηδεύεται στις 15 Σεπτεμβρίου, στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.

"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΜΑΡΙΚΑ ΚΡΕΒΒΑΤΑ

Η Μαρίκα Κρεββατά  γεννήθηκε στην Αθήνα  στις 12 Ιουνίου 1910 και ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου.

Ήταν κόρη του Σταμάτη Κρεββατά (μουσικού) και της Σοφίας (επίσης ηθοποιού - στην Κωνσταντινούπολη, το γένος Παντελιάδη).
Σε ηλικία 2 ετών έχασε τον πατέρα της και τη μικρότερη αδελφή της, Θάλεια.
Τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε πολύ φτωχά.
Έτσι, από πολύ νωρίς εμφανίζεται στο θέατρο περισσότερο για να μη μένει μόνη στο σπίτι.
Στην αρχή λάμβανε μέρος σε θιάσους που έκαναν τουρνέ στην ελληνική ύπαιθρο αλλά και σε παιδικές παραστάσεις όπως στη "Δασκαλίτσα" του Νικοντέμι κοντά στη Μαρίκα Κοτοπούλη.
Αργότερα εμφανίζεται στο θίασο οπερέτας του Γεωργίου Ξύδη, όμως η πρώτη ουσιαστικά επαγγελματική της εμφάνιση ήταν στο θίασο της Ροζαλίας Νίκα.

Η καλλιτεχνική της αναγνώριση υπήρξε γρήγορη.
Μετά από κάποιες ακόμη περιοδείες θιάσων όπως του Μάνου Φιλιππίδη το όνομά της γίνεται γνωστό στα μουσικά θέατρα της τότε Αθήνας φθάνοντας πλέον να ερμηνεύει την Εύα στην ομώνυμη οπερέτα του Φραντς Λέχαρ.

Η Μαρίκα Κρεβατά ήταν εκείνη που λανσάρησε το "Πιπίτσα" από το ομώνυμο έργο των Γιάννη Πρινέα - Στάθη Μάστορα:

Πίτσα, Πιπίτσα, Πηνελοπίτσα,
απ΄ το καιρό, παιδί μου, που ΄γινες κομμάτι
να μας πεθάνεις όλους, το ΄βαλες γινάτι!

Καημένη Πίτσα, Πηνελοπίτσα,
θα μας πεθάνεις μα το ναι
αφότου σήκωσες ψηλά τον αμανέ!

Στην αρχή της δεκαετίας του '30 γνώρισε τον Άγγελο Μαυρόπουλο, πρωταγωνιστή της οπερέτας, τον οποίο τρεις μόλις μήνες μετά το γάμο της χωρίζει, ενώ έξι μήνες μετά γέννησε τη γνωστή μετέπειτα ηθοποιό Γκέλλυ Μαυροπούλου.
Στη συνέχεια υπήρξε σύζυγος του επίσης ηθοποιού Γιώργου Γαβριηλίδη (που πέθανε το 1982), τόσο στη ζωή όσο και στην τέχνη.
Ήταν μόνιμη κάτοικος Αθηνών και μιλούσε επίσης γαλλικά.

Η Μαρίκα Κρεβατά εγκατέλειψε τη θεατρική σκηνή το 1973.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, έπασχε από άνοια.

Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 1994 σε ηλικία 84 ετών σε Κλινική της Αθήνας. Κηδεύτηκε στον Κόκκινο Μύλο.
 

"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ

Ο Στέλιος Καζαντζίδης υπήρξε ένας από τους λίγους τραγουδιστές, που κέρδισαν αδιαφιλονίκητα τον τίτλο του λαϊκού ερμηνευτή, αγαπήθηκε φανατικά, μπήκε στις καρδιές και στα σπίτια των ανθρώπων, τραγουδήθηκε όσο λίγοι και χάρισε το αίσθημα της οικειότητας σε όσους ένιωσαν ότι τραγουδά για εκείνους.

Με τη μοναδική υφή της φωνής του κατάφερε να εκφράσει τις αγωνίες, τους φόβους, αλλά και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων, για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν και τόσο αυτονόητη.
Οικονομικά και κοινωνικά αποκλεισμένοι, πρόσφυγες, εργάτες, όλοι αγωνιστές της καθημερινότητας αναζητούσαν στα τραγούδια του παρηγοριά για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν καθημερινά. Και το κοινό του, βέβαια, δεν σταματούσε μόνο σε αυτούς.

Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία.
Η μητέρα του ήταν πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία.
Από αυτή άκουγε ως παιδί τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες και από τη γιαγιά του -όπως έλεγε ο ίδιος- πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα στη φωνή… Ως τη στιγμή που τον ανέλαβε ο μεγάλος δάσκαλος Στέλιος Χρυσίνης.

Μεγαλώνοντας, δούλεψε σ' ένα εργοστάσιο στη Νέα Ιωνία.
Μία μέρα, τον φωνάζει το αφεντικό του και του λέει ότι έχει καταπληκτική φωνή και του κάνει δώρο μία κιθάρα.
Ο Στέλιος, όσες ώρες δεν δούλευε, καθόταν στο σπίτι και προσπαθούσε να μάθει τραγούδια στην κιθάρα.

Μια μέρα, κάποιος περαστικός τον άκουσε και του πρότεινε να τραγουδήσει στην ταβέρνα του. Έτσι, έγινε η αρχή…

Το 1950 εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά στην Κηφισιά.
Δύο χρόνια αργότερα έκανε και την πρώτη ηχογράφησή του στην Columbia, με το τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα «Για μπάνιο πας», που όμως δεν πούλησε. Το δεύτερο τραγούδι, «Οι βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία.

Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε γνωστά λαϊκά κέντρα της εποχής.
Τότε έρχεται και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957.
Σουξέ της εποχής, το «Απόψε φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την Καίτη Γκρέυ. Μετά από αυτό χώρισαν.

Η επόμενη οκταετία (1957-1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον Στέλιο Καζαντζίδη.
Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια λαμπρή συνεργασία.
Μαζί έκαναν μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες και εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα.

Το Μάιο του 1966 αποφάσισαν να ενωθούν και στη ζωή.
Ο γάμος τους μπορεί να μην άντεξε στο χρόνο, αλλά έμειναν για πάντα φίλοι. Έπειτα από χρόνια, ο Καζαντζίδης γνώρισε και παντρεύτηκε την κυρα-Βάσω, την οποία ο χαρακτήριζε ως «θησαυρό».

Τo 1965 κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα νυχτερινά κέντρα.
Τήρησε την επιλογή του αυτή ως το τέλος της ζωής του και η μόνη επαφή με το κοινό ήταν μέσω των δίσκων του.
Για κάποιο διάστημα και αυτή η επικοινωνία διακόπηκε, λόγω προβλημάτων που είχε με τη δισκογραφική εταιρεία «Μίνως».

Στη δισκογραφία επανήλθε, έπειτα από 12 χρόνια απουσίας, το 1987, συνεργαζόμενος με τους Τάκη Σούκο, Λευτέρη Χαψιάδη, Θανάση Πολυκανδριώτη, Θοδωρή Καμπουρίδη, Μάκη Ερημίτη, Αντώνη Βαρδή, Σώτια Τσώτου και άλλους άξιους δημιουργούς.
Το κύκνειο άσμα του ήταν ο δίσκος «Έρχονται χρόνια δύσκολα».

Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, έπειτα από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
 

ΤΑΚΗΣ ΣΠΥΡΙΔΑΚΗΣ

Ο Τάκης ( Παναγιώτης ) Σπυριδάκης ήταν Έλληνας ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης, σκηνοθέτης και σεναριογράφος.

Γεννήθηκε στην Αίγινα στις 4 Φεβρουαρίου 1958 και μεγάλωσε στον Πειραιά, όπου πήγε και σχολείο.

Εργάστηκε από μικρός σε διάφορες δουλειές (πήγαινε σε νυχτερινό γυμνάσιο). Παρακολουθούσε συχνά κινηματογραφικές ταινίες, χωρίς όμως να έχει εξαρχής προσανατολιστεί προς το επάγγελμα του ηθοποιού.
Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, την οποία εγκατέλειψε λίγο πριν το τέλος.

Έχει συμμετάσχει σε 13 ταινίες ενώ το σκηνοθετικό του ντεμπούτο πραγματοποίησε το 1994 με την ταινία Ο κήπος του Θεού, της οποίας έγραψε και το σενάριο.
Η ταινία τιμήθηκε με 7 κρατικά βραβεία ποιότητας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Ο Σπυριδάκης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη ερμηνεύοντας έναν από τους πρωταγωνιστές της ταινίας Γλυκιά συμμορία, σε σκηνοθεσία του Νίκου Νικολαΐδη (1983).
Για την ερμηνεία του εκείνη απέσπασε το ειδικό βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τον ίδιο χρόνο.
Αξιοσημείωτη ήταν και η δεύτερη συμμετοχή του, στη Λούφα και παραλλαγή του Νίκου Περάκη (1984).
Ακολούθησαν η Πρωινή περίπολος (Νίκος Νικολαΐδης, 1986), Προστάτης οικογένειας (Νίκος Περάκης, 1997), Αυτή η νύχτα μένει (Νίκος Παναγιωτόπουλος, 1999), Μαύρο γάλα (Νίκος Τριανταφυλλίδης, 1999), Κανείς δεν χάνει σε όλα (Διονύσης Γρηγοράτος, 2000), Φτηνά τσιγάρα (Ρένος Χαραλαμπίδης, 2000), Κουράστηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου (Νίκος Παναγιωτόπουλος, 2002), Λούφα και παραλλαγή: Σειρήνες στο Αιγαίο (Νίκος Περάκης, 2005), Ισοβίτες (Θόδωρος Μαραγκός, 2008) και 4 μαύρα κοστούμια (Ρένος Χαραλαμπίδης, 2009).

Το 1989 ο Σπυριδάκης έγραψε και σκηνοθέτησε την ταινία μικρού μήκους Βέρα Κρουζ, που απέσπασε το 1ο βραβείο καλύτερης ταινίας στο αντίστοιχο Φεστιβάλ, τιμήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και βραβεύτηκε από το Εθνικό Κέντρο Ταινιών της Γαλλίας, το 1990.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια πρωταγωνιστούσε στο θέατρο, στο έργο του Γιάννη Τσίρου "Άγριος Σπόρος", στο θέατρο Επί Κολωνώ, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη. Συμμετείχε, επίσης, σε διαφημίσεις για εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, στην οποία υποδυόταν τον πρόεδρο μιας ποδοσφαιρικής ομάδας.

Το 1994, στο 35ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο Σπυριδάκης έλαβε ειδική μνεία για την ερμηνεία του στην ταινία του Ο κήπος του Θεού.

Ο Σπυριδάκης έκανε δύο γάμους.
Ο πρώτος έγινε όταν ήταν περίπου 20 χρονών και διήρκεσε μόλις έξι μήνες, ενώ ο δεύτερος κράτησε 20 χρόνια, από τον οποίο το ζευγάρι απέκτησε δυο κόρες. Απεβίωσε στις 14 Σεπτεμβρίου 2019 σε ηλικία 61 ετών από καρκίνο.
 

"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
"ΕΦΥΓΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΛΕΝΑΚΗΣ 

Ο Γιώργος Σκαλενάκης γεννήθηκε  στο Πορτ Σάιντ, Αιγύπτου, στις 17 Μαΐου 1926 και ήταν Έλληνας σκηνοθέτης και ηθοποιός.

Αποφοίτησε από την Ακαδημία Κινηματογράφου της Πράγας, όπου υπήρξε συμμαθητής του φίλου του Μίλος Φόρμαν.
Επιλέχθηκε από τη σπουδαία Κατίνα Παξινού για να σκηνοθετήσει τη μοναδική ταινία στην οποία η διάσημη Ελληνίδα καλλιτέχνης πρωταγωνίστησε μιλώντας τη μητρική της γλώσσα (Το νησί της Αφροδίτης).
Γνωστότερες ταινίες του Γ. Σκαλενάκη είναι: Διπλοπενιές (1966) με συμμετοχή στο Φεστιβάλ Σαν Σεμπαστιάν 1966, Αχ αυτή η γυναίκα μου (1967), Ντάμα σπαθί (1966) με επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Σικάγου 1969, Χορεύοντας σιρτάκι (1967), Επιχείρησις Απόλλων (1968), Βυζαντινή ραψωδία (1968) κ.ά.

Ο Σκαλενάκης εργάσθηκε και στην ελληνική τηλεόραση, ενώ δίδαξε επί σειρά ετών σκηνοθεσία στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργος Σταυράκος και για 26 χρόνια στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Βεάκη.

Απεβίωσε στις 14 Σεπτεμβρίου του 2014.
 

Σχόλια

Δεν υπάρχουν ακόμα σχόλια

Προσθήκη Σχολίου

Εισάγετε το όνομά σας
Εισάγετε το email σας (δεν προβάλλετα δημόσια, μόνο για εσωτερική επικοινωνία)
Εισάγετε το σχόλιό σας

Επισκέψεις

Σήμερα: 44
Χθες: 141
Αυτήν την εβδομάδα: 1336
Αυτόν τον μήνα: 2834
Συνολικά: 97269