"ΗΡΘΑΝ" ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 18 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΚΙΩΝΑΚΗΣ
Ο Γιάννης Γκιωνάκης ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Σεπτεμβρίου 1922.
Ο πατέρας του ήταν γιατρός και από την ηλικία των δεκαπέντε ετών, ο Γκιωνάκης πήγαινε στο ιατρείο του πατέρα του σκεπτόμενος να ακολουθήσει κι αυτός την ιατρική.
Έτσι, αφού αποφοίτησε από το σχολείο, μπήκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και φοίτησε για τέσσερα χρόνια.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1940 κι ενώ ήταν ήδη φοιτητής ιατρικής, ο Γκιωνάκης διασκέδαζε μαζί με την παρέα του κάνοντας αστείες γκριμάτσες και μιμήσεις όπου τον είδε ο Αλέκος Σακελλάριος και τον ρώτησε αν είχε σκεφτεί ποτέ να εκμεταλλευτεί το κωμικό του ταλέντο.
Ο άγνωστος τότε ηθοποιός του απάντησε αρνητικά. Όταν όμως λίγο καιρό μετά, το 1943, η σχολή του έκλεισε λόγω του πολέμου και του βομβαρδισμού του Πειραιά και πήγε στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» να παρακολουθήσει την παράσταση Αγριόπαπια του Χένρικ Ίψεν, ενθουσιάστηκε και πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει την ιατρική και να φοιτήσει στη Δραματική Σχολή του Καρόλου Κουν και στο Ελληνικό Ωδείο.
Ως φοιτητής στο θέατρο Τέχνης, είχε για καθηγητές του τον Δημήτρη Ροντήρη αλλά και τον ίδιο τον Κάρολο Κουν.
Αν και οι γονείς του δεν αντέδρασαν σε αυτή του την απόφαση, ο ίδιος υποσχέθηκε πως θα αποκτήσει και ένα πτυχίο πανεπιστημίου κι έτσι, στα τριάντα τρία του, αποφοίτησε από την Πάντειο Σχολή.
Ο Γκιωνάκης ήταν άριστος στις μιμήσεις, ενώ εκτός από ηθοποιός ήταν αυτοδίδακτος μουσικός και χορευτής, αφού έμαθε να παίζει πιάνο και να χορεύει κλακέτες μόνος του.
Το 1944, ανέβηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι συμμετέχοντας στην παράσταση Ο τελευταίος ασπροκόρακας, ενώ ένα χρόνο μετά εμφανίστηκε στην επιθεώρηση Η ζωή ξαναρχίζει.
Η επιθεώρηση ήταν το είδος θεάτρου που απογείωσε την καριέρα του και το είδος που ο ίδιος λάτρευε, θεωρώντας την το δυσκολότερο είδος θεάτρου. Μερικές από τις επιθεωρήσεις στις οποίες εμφανίστηκε είναι οι Έγκμοντ, Πειρασμός, Βίρα τις άγκυρες, Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται, Καινούργια Αθήνα, Άνθρωποι του '60, Ζητείται τεμπέλης και άλλα.
Συμμετείχε ως βασικό στέλεχος σε αξιόλογους θιάσους και έπαιξε σε πλήθος θεατρικών έργων των μεγαλύτερων ξένων δραματουργών, από Μολιέρο μέχρι Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, πριν μεταπηδήσει στο ελληνικό ρεπερτόριο.
Το 1959 ίδρυσε τον δικό του θίασο, ενώ θεωρείται ο κύριος θεατρικός εκπρόσωπος των έργων του Δημήτρη Ψαθά, αφού του άρεσε ιδιαίτερα η γραφή του και ανέβασε στο θέατρο σχεδόν όλα του τα έργα.
Πολλά από αυτά τα έργα μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία, όπως Το στραβόξυλο (1969) και Ο αχόρταγος (1967).
Ο Γκιωνάκης, έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Παπούτσι από τον τόπο σου (1946), η οποία δυστυχώς δεν σώζεται. Από εκεί κι έπειτα, συμμετείχε σε πάρα πολλές ταινίες που έγιναν επιτυχίες, συμπεριλαμβανομένων των Τα κίτρινα γάντια (1960), Μην ερωτεύεσαι το Σάββατο (1962), Τρίτη και 13 (1963), Άλλος... για το εκατομμύριο! (1964), Κάλλιο πέντε και στο χέρι (1965), Η κοροϊδάρα (1967), Ο αχόρταγος (1967), Το στραβόξυλο (1969), Ο πεθερόπληκτος (1970), Η ωραία του κουρέα (1970), Η κρεβατομουρμούρα (1972) και πολλές άλλες.
Συνολικά, συμμετείχε σε 117 ταινίες, ενώ από το 1985 μέχρι το 1992 έπαιξε σε περισσότερες από 30 βιντεοταινίες καθώς, όπως και άλλοι καταξιωμένοι καλλιτέχνες, πίστευε πως οι βιντεοταινίες θα διαδεχόταν τις κινηματογραφικές παραγωγές, οι οποίες στην Ελλάδα βρίσκονταν ήδη σε παρακμή.
Για πάρα πολλούς, ο καλύτερος ρόλος της καριέρας του θεωρείται αυτός του «Μπρίλη» στην ταινία Τα κίτρινα γάντια.
Η επιτυχία του ρόλου ήταν τόσο μεγάλη που οδήγησε στην επανακυκλοφορία της ταινίας στις αίθουσες με νέες αφίσες, όπου το όνομα του Γκιωνάκη εμφανιζόταν δεύτερο, μετά το όνομα του Νίκου Σταυρίδη.
Οι δικές του αγαπημένες ταινίες ήταν οι Μην ερωτεύεσαι το Σάββατο, Δέκα μέρες στο Παρίσι, Τα κίτρινα γάντια και Η Αθήνα τη νύχτα.
Ο Γκιωνάκης γνώρισε τη σύζυγό του, Ζέτα, ένα βράδυ που εκείνη είχε πάει στο θέατρο με τις φίλες της κι εκείνος την είδε από τη σκηνή.
Την πλησίασε μετά την παράσταση και αφού έμαθε πού έμενε, πήγε την επόμενη μέρα και ζήτησε το χέρι της από τον πατέρα της.
Οι δυο τους παντρεύτηκαν τον Ιανουάριο του 1957 με κουμπάρα τη Σοφία Βέμπο και μαζί απέκτησαν δύο κόρες, τη Ρενάτα και την Πωλίνα.
Από τις κόρες του απέκτησε τρία εγγόνια, δύο κορίτσια κι ένα αγόρι.
Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος της Αθήνας και ήταν υποστηρικτής του Παναθηναϊκού.
Στις 14 Οκτωβρίου 1984, ο Γκιωνάκης πυροβόλησε τρεις φορές την τότε ερωμένη του Αφροδίτη Κοζανιτά στο σπίτι της στο Καστρί, έπειτα από καβγά που είχαν.
Ο ηθοποιός συνελήφθη και προφυλακίστηκε με την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας και της παράνομης οπλοκατοχής και οπλοχρησίας.
Κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε, η Κοζανιτά κατέθεσε πως ο Γκιωνάκης δεν είχε πρόθεση να την σκοτώσει, κάτι το οποίο λειτούργησε καταλυτικά στην τελική απόφαση του δικαστηρίου αφού ο εισαγγελέας μετέτρεψε το κατηγορητήριο από απόπειρα ανθρωποκτονίας σε επικίνδυνη σωματική βλάβη, αναγνωρίζοντας επίσης ελαφρυντικά στον δράστη.
Το δικαστήριο επέβαλε στον ηθοποιό ποινή φυλάκισης 15 μηνών, η οποία ωστόσο ήταν εξαγοράσιμη.
Ο Γκιωνάκης έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη, ο οποίος του προκάλεσε αρκετά προβλήματα υγείας.
Το 1998 υπέστη το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο και πέρασε τα τελευταία τέσσερα χρόνια της ζωής του κατάκοιτος, τόσο εξαιτίας των εγκεφαλικών επεισοδίων, όσο και του ακρωτηριασμού που υπέστη στο ένα του πόδι.
Τον τελευταίο μήνα της ζωής του, η υγεία του παρουσίασε σοβαρή επιδείνωση και απεβίωσε στις 25 Αυγούστου 2002 στο νοσοκομείο «Λευκός Σταυρός» από μόλυνση του αναπνευστικού.
Κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών παρουσία πολλών συναδέλφων του και απλού κόσμου.
ΜΑΙΡΗ ΡΑΖΗ
Η Μαίρη (Μαρία) Ραζή γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στις 18 Σεπτεμβρίου 1948 και είναι Ελληνίδα θεατρική και τηλεοπτική ηθοποιός.
Σε ηλικία 14 ετών ήρθε στην Ελλάδα με τους γονείς της και τη μεγαλύτερη αδελφή της.
Σπούδασε Γαλλική Φιλολογία, φοίτησε στο Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν, και αποφοίτησε και από τη Δραματική Σχολή του Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Έκτοτε εργάσθηκε ανελλιπώς στο ελληνικό θέατρο σε πολλές παραστάσεις και με συνεργασίες όπως τους Σωτήρη Μουστάκα, Θύμιο Καρακατσάνη, Θανάση Βέγγο, Κώστα Χατζηχρήστο, Ρένα Βλαχοπούλου, Γιάννη Γκιωνάκη, Κώστα Καζάκο.
Το 1990 ίδρυσε το θέατρο «ΠΡΟΒΑ» στην οδό Ερμού, ενώ το 2001 ίδρυσε την δική της Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης Μαίρης Ραζή, την οποία και διευθύνει μέχρι σήμερα.
Το 1981 παντρεύτηκε τον επίσης ηθοποιό και σκηνοθέτη Σωτήρη Τσόγκα και μαζί απέκτησαν την μοναχοκόρη τους, Κοραλία Τσόγκα, ηθοποιό.
Στις 11 Οκτωβρίου 2018 βραβεύτηκε για τη συνολική της παρουσία από τη Σχολή Δημοσιογραφίας και Τηλεόρασης New Media Studies by Stamatis Malelis στην Αθήνα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ
Ο Γιώργος Κιμούλης είναι Έλληνας ηθοποιός, σκηνοθέτης και μεταφραστής.
Καταδικάστηκε για ηθική αυτουργία σε ψευδή κατάθεση έπειτα από μήνυση της Ζέτας Δούκα.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 18 Σεπτεμβρίου το 1956.
Εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά στο θέατρο το 1977 με τη θεατρική ομάδα "Ελεύθερο Θέατρο" και στον κινηματογράφο το 1981 στην ταινία Τα όπλα μου ρίχνουν λουλούδια.
Το 1986 δημιούργησε τη δική του θεατρική ομάδα, το "Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας".
Το 1996 ίδρυσε δραματική σχολή.
Είναι μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών -στο οποίο κατά το παρελθόν έχει διατελέσει και αντιπρόεδρος- και μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων.
Έχει παντρευτεί και έχει χωρίσει δύο φορές.
Ο πρώτος του γάμος ήταν με την τραγουδίστρια Μαργαρίτα Ζορμπαλά και ο δεύτερος με την πολιτικό Μαρία Δαμανάκη, με την οποία απέκτησε την κόρη του, Μαριάννα.
Τον Οκτώβριο του 2016 ορίστηκε μέλος της επιτροπής διαλόγου για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2017 ορίστηκε πρόεδρος του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και παραιτήθηκε από τη θέση αυτή λίγες ημέρες μετά, στις 16 Μαρτίου.
Το 2019 δήλωσε πως υποστηρίζει το ΚΚΕ.
Τον Ιανουάριο του 2021, στο πλαίσιο του ελληνικού Me Too η ηθοποιός Ζέτα Δούκα αρχικά και αργότερα και άλλες ηθοποιοί κατηγόρησαν τον Κιμούλη για αντιεπαγγελματική και κακοποιητική συμπεριφορά.
Οι καταγγελίες παραδόθηκαν, γραπτώς και ονομαστικά, στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών.
Στις 10 Απριλίου 2022, μετά από σχετική εισήγηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, τα μέλη του ΣΕΗ, σε έκτακτη γενική συνέλευση, ψήφισαν -με συντριπτική πλειοψηφία- την οριστική διαγραφή του (καθώς και των Πέτρου Φιλιππίδη και Παύλου Χαϊκάλη).
ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΤΣΑΧΟΥΡΙΔΗΣ
Ο Ματθαίος Τσαχουρίδης γεννήθηκε στη Βέροια, στις 18 Σεπτεμβρίου 1978 και είναι Έλληνας λυράρης της ποντιακής παραδοσιακής μουσικής.
Είναι αδερφός του τραγουδιστή Κωνσταντίνου Τσαχουρίδη.
Σε ηλικία 9 ετών ξεκίνησε να παίζει την ποντιακή λύρα την οποία έμαθε από τον παππού του, γνωστό λυράρη της περιοχής.
Σε ηλικία 12 ετών, κάνει την πρώτη του δισκογραφική δουλειά και ακολουθούν άλλες πέντε.
Τον Μάιο του 1996 κερδίζει το πρώτο Πανελλήνιο βραβείο παραδοσιακής μουσικής, σε διαγωνισμό που διοργάνωσε το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Αμέσως μετά, η Ιερά Μητρόπολις Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, παραχωρεί στον Ματθαίο υποτροφία για σπουδές στο εξωτερικό.
Μετακομίζει στην Αγγλία με τον αδερφό του Κωνσταντίνο όπου σπουδάζουν και οι δύο μουσική στο Λονδίνο στο Πανεπιστήμιο Goldsmiths.
Στο Λονδίνο ξεκινά την φοίτηση το 1997, μετά από 3 χρόνια γίνεται απόφοιτος Πτυχίου Μουσικών Σπουδών.
Μετέπειτα, το 2001 αποκτά το μεταπτυχιακό του στην Εθνομουσικολογία και αργότερα το 2007 γίνεται Διδάκτωρ του Μουσικού Τμήματος του Πανεπιστημίου, υπό την εποπτεία του Άγγλου εθνομουσικολόγου Professor John Baily.
Το θέμα της διατριβής του είναι «Η Ποντιακή Λύρα στη σύγχρονη Ελλάδα».
Τον Ιανουάριο του 2005, ο Ματθαίος κερδίζει το Πρώτο Βραβείο του Ιδρύματος Τεχνών Βρετανίας, ως ο καλύτερος ερμηνευτής παραδοσιακού οργάνου στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Έχει συμμετάσχει με την ποντιακή λύρα στα φεστιβάλ παγκόσμιας μουσικής WOMAD (Αγγλία 2001 και 2005) και WOMEX (Ολλανδία 2002), στην Όπερα του Παλέρμο στη Σικελία για την UNESCO (Ιταλία 002) και στο Royal Albert Hall του Λονδίνου σε ένα φιλανθρωπικό κονσέρτο για τα παιδιά του Αφγανιστάν (Αγγλία 2002).
Έχει εκτελέσει διάφορες συνθέσεις και έργα με την ποντιακή λύρα για το ραδιόφωνο του BBC και το 2004 ερμηνεύει με τη λύρα του το μουσικό Ολυμπιακό θέμα της τηλεόρασης του BBC για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, συνοδευόμενος από την Συμφωνική Ορχήστρα της Πράγας.
Τον Αύγουστο του 2004 συνεργάζεται με τον Πέρση λυράρη Αρντεσίρ Καμκάρ στην Τεχεράνη.
Αποκορύφωση στη μέχρι τώρα συναυλιακή του πορεία, αποτελεί η εμφάνισή του στο Ηρώδειο για την έναρξη του φεστιβάλ Αθηνών 2005.
Εκεί ερμηνεύει με την ποντιακή λύρα συνθέσεις του Μίμη Πλέσσα υπό τη διεύθυνσή του και τη συνοδεία της Ορχήστρας Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ.
Ο Ματθαίος εκτός από ποντιακή λύρα παίζει και άλλα έγχορδα μουσικά όργανα όπως βιολί, λαούτο, ούτι, μπουζούκι, κιθάρα, Ιρανική λύρα, Αφγανικό ρεμπάπ, καθώς επίσης και την Αφγανική και Ουζμπέκικη λύρα.
Το 2008 συμμετέχει στον δίσκο του γνωστού συνθέτη Μίμη Πλέσσα ''Άγιες Μνήμες''.
Το 2009 θα συμμετάσχει στον τραγούδι του Γιώργου Νταλάρα ''Γιαυτό υπάρχουνε φίλοι¨.
Έχει συννεργαστεί με πάρα πολλούς Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες καθώς η μουσική του δεν έχει σύνορα.
Έχει συνεργαστεί με διάφορες δισκογραφικές εταιρείες, ονομαστικά κάποιες από αυτές είναι η Meliris, η CRONOS MUSIC και η PROTASIS,